Η μαμά που ζήλεψα…

mamapouzilepsa

Της Ρομίνας Ξύδα,

 Η ζωή στην φέρνει μια χαρά. Ειδικά την συγκεκριμένη εκείνη στιγμή που εσύ η ίδια έχεις αντιρρήσεις για το σενάριο του ενδιαφέροντός της. Επαγγελματικό ταξίδι στο Λονδίνο. Προκαθορισμένα βαρετό στην πιο βαρετή πρωτεύουσα του κόσμου. Καθισμένη στην μεγάλη σάλα του ξενοδοχείου να αλείφω την ανία μου σε φέτες ψωμιού και να τις παρατάω ως βέρα ανορεξικιά στο πορσελάνινο πιατάκι με την σκέψη: «Βαριέμαι άρα κόλλησα. Κόλλησα άρα μπορώ να αφιερώσω ολόκληρη την μέρα μου σε βουτυρωμένες φέτες ψωμιού.» Και ξαφνικά βλέπω εκείνη…

Κοντή, λεπτόκορμη, μελαχρινή με ανοιχτόχρωμα γαλανά μεγάλα μάτια. Σε πλήρη αντιδιαστολή με το βρετανικό φόντο. Δεν έχει πάχνη. Ούτε ομίχλη. Μόνο φως. Και όρεξη των αγρίων! Την παρακολουθώ να καταβροχθίζει μαρμελάδες, κρουασάν και λουκάνικα με μπέικον γλύφοντας δάχτυλα, χείλη και την καλή της τύχη που την έφερε εκεί. Την… κακή της θα την μάθαινα λίγο αργότερα. «Ζωή στην πιο φρικαλέα εκδοχή της», έτσι την ονόμασα. «Ζωή ευλογημένη ό,τι κι αν σου τύχει», έτσι την αποκάλεσε…

Δύσκολα παιδικά χρόνια. Με πολλές στερήσεις έβγαλε το σχολείο. Με πολύ μόχθο και σκληρή δουλειά την εφηβεία της. Δεν έκανε καμιά σπουδαία δουλειά ούτε της έτυχε κάποιος «άξιος» εραστής. Ο σύζυγος των δεκαοκτώ της, της άφησε πεσκέσι δυο παιδιά κι ένα δάνειο. Αλλά δεν πειράζει, λέει. Τίποτα δεν πειράζει. Τα παιδιά τα μεγάλωσε μόνη της. Και τα έζησε. Και τα σπούδασε. Τι κι αν τα έντυσε με ρούχα δανεικά; Τι κι αν δεν δεν τους πρόσφερε χλιδάτες διακοπές και πρωτοκλασάτα σχολεία; Τι κι αν δεν υπήρχε πάντα κρέας στο τραπέζι και ταβέρνα τα σαββατοκύριακα; Τα έκανε, λέει, καλά παιδιά, καλούς ανθρώπους, κι αυτό είναι που μετράει! Τους χάρισε, λέει, απλόχερα τον πιο καλό της εαυτό, κι αυτό είναι το μυστικό της επιτυχίας μιας καλής μάνας. Τα δίδαξε, λέει, από τότε που ήταν ακόμη μικρά, πως όσο ζόρικη κι αν είναι η ζωή που μας χαρίστηκε είναι στο χέρι μας ν” αλλάξουμε την ρότα και τα χρώματά της. Τα έμαθε, λέει, να χαίρονται με πράγματα απλά για να είναι πάντα αυτάρκη και χαρούμενα.

Και τώρα, στα σαράντα της είναι, λέει, ευτυχισμένη γιατί για πρώτη φορά στην ζωή της κέρδισε κουπόνι (!) από σούπερ μάρκετ και ήρθε στο Λονδίνο! Αλλιώς μπορεί και να μην το έβλεπε ποτέ. Τι σημασία έχει όμως; Φτάνει, λέει, που είναι καλά. Φτάνει που αναπνέει…

Ντρέπομαι για την πρωινή μου βαρεμάρα. Την πιο δυνατή από εμένα κάθε φορά που κάτι μου στραβώνει στο μάτι και την ψυχή. Ντρέπομαι για την εμμονή μου να αισθάνομαι «ανάξιο προσοχής» ο,τιδήποτε μου χαρίζεται απλόχερα. Ντρέπομαι για όλα τα μονόπρακτα θλίψης που έχω παίξει έως σήμερα απλώς και μόνο για να σπάσω την πλήξη μου. Ντρέπομαι για όλα τα “παραπάνω” που σαν τρελή δουλεύω για να προσφέρω στα δικά μου παιδιά πιστεύοντας ότι έτσι θα τους εξασφαλίσω την πολυπόθητη ευτυχία. Κι όσο κι δυσκολεύομαι να την πιστέψω δεν ντρέπομαι καθόλου γι’ αυτό. Τι σημασία έχει στο κάτω-κάτω αν όλα όσα μου είπε ήταν αλήθεια;

Όπως έλεγε κι ο Καμύ, «Καμιά φορά βλέπουμε πιο καθαρά μέσα σ’ αυτόν που ψεύδεται παρά σ’ εκείνον που λέει την αλήθεια. Η αλήθεια, καθώς και το φως, τυφλώνει. Το ψέμα, αντίθετα, είναι ένα γλυκό μισόφωτο που δίνει σε κάθε αντικείμενο την αληθινή του υπόσταση…»

   

Άφησε ένα σχόλιο

*