«Μπορεί ένα παιδί να γεννηθεί δολοφόνος;»

paididolofonos

Της Αγγελικής Καρδαρά – Δρ. Τμήματος Επικοινωνίας & ΜΜΕ Παν/μίου Αθηνών

Μία επικίνδυνη θεωρία

Σε κάθε οργανωμένη κοινωνική ομάδα υπάρχει μια συγκεκριμένη εικόνα, ένα στερεότυπο του «εγκληματία», το οποίο, αφού διαμορφώνεται στην κοινωνική συνείδηση, περνάει στην ποινική νομοθεσία και στη συνέχεια διαπλάθεται ανάλογα με τις κοινωνικές δυνάμεις που επηρεάζουν το περιεχόμενο αυτής της νομοθεσίας. Η εικόνα του «τυπικού εγκληματία» συνάγεται από την εγκληματολογική στατιστική και συμπληρώνεται από κάποια κοινή εμπειρία. Η «εικόνα του εγκληματία» και οι συμβολικές της διαστάσεις δεν μπορούν όμως να γίνουν απόλυτα κατανοητές, εάν δεν αναλύσουμε την έννοια τουm «γεννημένου εγκληματία» που απασχόλησε για πολλά χρόνια το χώρο της εγκληματολογίας.

Η αρχή έγινε όταν ο Ιταλός γιατρός φυλακών, Cesare Lombroso, παρατηρώντας τους στρατιώτες που είχαν τατουάζ, συμπέρανε ότι ήταν λιγότερο έντιμοι από τους υπόλοιπους. Γενικεύοντας την συγκεκριμένη παρατήρηση ο Lombroso κατέληξε να υποστηρίζει ότι τα φυσικά χαρακτηριστικά συνδέονται με τα ψυχικά γνωρίσματα και κατά συνέπεια ο εγκληματίας μπορεί να αναγνωριστεί και να ξεχωρίσει από τον μη-εγκληματία, με βάση τα χαρακτηριστικά, τα οποία ονόμασε «στίγματα» και τα οποία ήταν: μεγάλο κεφάλι, ασυμμετρία του προσώπου, σηκωτή μύτη, μακριά χέρια κλπ. Κατά τον Lombroso, τα συγκεκριμένα «στίγματα» θύμιζαν πρωτόγονο άνθρωπο και γι’ αυτό θεώρησε τον εγκληματία ως υπο-είδος του homo sapiens.

Ο Lombroso επιχείρησε, με άλλα λόγια, να δημιουργήσει έναν «εγκληματικό τύπο» με συγκεκριμένα φυσικά, πνευματικά και ηθικά χαρακτηριστικά: με σωματικό εκφυλισμό, πνευματική πονηρία και ηθική παραφροσύνη. Είναι, επίσης, αξιοσημείωτο ότι παρόμοιες παρατηρήσεις έκανε ο Lombroso όχι μόνο για συγκεκριμένα εξωτερικά χαρακτηριστικά, αλλά και την αριστεροχειρία, την ανωμαλία στην κίνηση, τα τατουάζ, ακόμα και τις συνθηματικές γλώσσες!

Η θεωρία του για τον αταβισμό ουσιαστικά γεννήθηκε όταν εξετάζοντας έναν Ιταλό ληστή, το έτος 1876, βρήκε στη βάση του κρανίου του ένα περίεργο βαθούλωμα, το οποίο συναντάμε συνήθως στα ζώα. Έτσι γεννήθηκε το περίφημο έργο του Uomo delinquente (1876), το οποίο άσκησε ισχυρότατες επιδράσεις στην Εγκληματολογία και την εξέλιξή της για πολλές μάλιστα δεκαετίες.

Κεντρική ιδέα του Lombroso για την εγκληματικότητα αποτέλεσε η κληρονομικότητα. Ειδικότερα, πίστευε ότι η «εγκληματική κληρονομικότητα»
εκδηλώνεται με την οργανική κατασκευή του ανθρώπου και κυρίως με την κακή διάπλαση του εγκεφάλου και τις κρανιακές ανωμαλίες. Για το λόγο αυτό,
μελέτησε σε μεγάλη έκταση την παθολογική ανατομία και ανθρωπομετρία του εγκληματία. Επίσης, πίστευε ότι η εγκληματική κληρονομικότητα εκδηλώνεται με ψυχικές ανωμαλίες ή έμφυτες ψυχικές ορμές, συνδεδεμένες κυρίως με τον αγώνα για αυτοσυντήρηση, σεξουαλικότητα και ανεύρεση τροφής. Τόνισε ότι η σχέση των σωματικών χαρακτηριστικών με τις ψυχικές ιδιότητες είναι άμεση και ότι κάθε εγκληματική ορμή της ψυχής ανταποκρίνεται συνήθως σε ανώμαλη σωματική κατάσταση.

Αποφάνθηκε ότι ο «εγκληματίας εκ γενετής» ταυτίζεται με τον ηθικά παράφρονα. Είναι άρρωστος με ριζικές διαστροφές του ψυχοφυσικού του οργανισμού από την κακή κληρονομικότητα και δεν θεραπεύεται. Όπως υποστήριζε ο Lombroso, ο «γεννημένος εγκληματίας» δεν είναι υπεύθυνος για τις εγκληματικές του πράξεις, εφόσον ευθύνεται η κακή κληρονομικότητά του. Ωστόσο, θεωρούσε ότι είναι αθεράπευτος, επομένως πρότεινε τη λήψη προληπτικών μέτρων απομόνωσής του, ώστε να μην είναι επικίνδυνος για την κοινωνία!

Ο μύθος του γεννημένου δολοφόνου

Αυτό που πρέπει να τονίσω είναι ότι τέτοιου είδους θεωρίες, ειδικά όταν εφαρμόζονται σε παιδιά, δύναται να αποκτήσουν πολύ επικίνδυνες διαστάσεις. Το να κρίνουμε, να δικάζουμε και να καταδικάζουμε έναν άνθρωπο βάσει των εξωτερικών του χαρακτηριστικών ή να θεωρούμε ότι ένα παιδί είναι «αθεράπευτο» εξαιτίας κακής κληρονομικότητας, οδηγεί σε κατάφωρη παραβίαση των ατομικών ελευθεριών και σε προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Τέτοιου είδους θεωρίες περιθωριοποιούν ομάδες πληθυσμού και μέσω της κοινωνικής απομόνωσης δύναται να οδηγήσουν σε παραβατικές συμπεριφορές παιδιά που στιγματίζονται από το κοινωνικό σύνολο ως «επικίνδυνα».

Αναμφίβολα, ο μύθος της ενιαίας και ειδικής κατηγορίας του «γεννημένου εγκληματία» έχει καταρριφθεί. Ο μονοσήμαντος και μονοπαραγοντικός χαρακτήρας των οργανικών θεωριών δεν επαληθεύτηκε. Να σχολιάσω βέβαια εδώ ότι, μολονότι ακόμα και σήμερα επιβιώνουν οι αντιλήψεις γύρω από τη συσχέτιση σωματικών ιδιομορφιών και εγκληματικότητας, έχει γίνει αποδεκτό ότι η επίδραση ασκείται μέσω των ψυχικών παραγόντων.

Οι βιολογικές διαταραχές αποκτούν εγκληματολογικό ενδιαφέρον από τη στιγμή που ασχολούμαστε με τον τρόπο με τον οποίο μεταφράστηκαν ψυχικά,
προκειμένου να επηρεάσουν τη συμπεριφορά του ατόμου. Ωστόσο, είναι εντυπωσιακό ότι, αν και ο μονοσήμαντος και μονοπαραγοντικός χαρακτήρας των λεγόμενων «βιολογικών θεωριών» που πρέσβευε ο Lombroso δεν επαληθεύτηκε, δυστυχώς μέχρι σήμερα η «εικόνα του εγκληματία», ακόμα και η «εικόνα του παιδιού εγκληματία», εξακολουθεί να προβάλλεται από τα μίντια: «Οι κακούργοι με στενότητα μετώπου και γαμψή μύτη, οι δολοφόνοι με το αγγελικό πρόσωπο, οι βιαστές με σπινθηροβόλο βλέμμα και βραχνή φωνή, οι κλέφτες με την ευκινησία προσώπου και χεριών» είναι μερικές μόνο από τις «κατασκευές» που σχετίζονται με την εικόνα που «οφείλει» να έχει ο εγκληματίας και θα λέγαμε ότι έχουν αποκτήσει πια μυθική αξία.

Βαρύγδουποι τίτλοι του τύπου «γεννημένοι δολοφόνοι», «παιδιά δολοφόνοι», «σατανικά παιδιά», «το μωρό της Ρόζμαρι», που έχει καταγράψει και η προσωπική μου έρευνα, μπορεί να κεντρίζουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη αλλά οδηγούν σε πολύ επικίνδυνες γενικεύσεις.

Το καίριο ερώτημα, συνεπώς, είναι: «Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν γεννηθεί για να εγκληματήσουν;». Στο σημείο αυτό η δική μου απάντηση θα δοθεί με ένα ερώτημα, επίσης: «Ποιος μπορεί να πάρει την ευθύνη και να υποστηρίξει τόσο επικίνδυνες θεωρίες, οι οποίες μάλιστα καταρρίπτονται από την επιστημονική γνώση;».

Ειδικά, όταν αναφερόμαστε στην παιδική ηλικία, δεν έχουμε το δικαίωμα να δικάζουμε και να προδικάζουμε την πορεία ενός παιδιού, δεδομένου ότι και η
επιστημονική έρευνα σε αυτό το σημείο δίνει της δικές της απαντήσεις. Η εγκληματογένεση είναι ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο και κανένα παιδί δεν πρέπει να πεταχτεί στον «Καιάδα» της κοινωνίας, βάσει εγκληματικών μύθων σύμφωνα με τους οποίους έχει «γεννηθεί» εγκληματίας.

Συνοψίζοντας, το να αποδεχόμαστε ότι η μοίρα ενός παιδιού είναι προδιαγεγραμμένη είναι πολύ επικίνδυνο, γιατί στιγματίζει τα παιδιά και τα περιθωριοποιεί από το κοινωνικό σύνολο, γεγονός που έχει δυσμενέστατες επιπτώσεις. Σαφώς, ένα νοσηρό οικογενειακό περιβάλλον, καθώς και η έλλειψη κοινωνικής μέριμνας και μια επιβαρυμένη ψυχοπαθολογία, αποτελούν αρνητικούς παράγοντες και δύναται να οδηγήσουν σε παραβατικές δράσεις.
Αυτό όμως σε καμία απολύτως περίπτωση δεν σημαίνει ότι ένα παιδί γεννιέται «εγκληματίας» και ότι είναι «αθεράπευτο»! Η πρόληψη και η έγκαιρη παρέμβαση αποτελούν σημαντικούς άξονες της αντεγκληματικής πολιτικής και αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό στο ευρύ κοινό.

Info: Η κυρία Αγγελική Καρδαρά είναι Δρ. Τμήματος Επικοινωνίας&ΜΜΕ Παν/μίου Αθηνών – Φιλόλογος Συνεργάτιδα Παν/μίου Αθηνών στα elearning προγράμματα «ΜΜΕ και Εγκληματικότητα: το έγκλημα ως είδηση και ως μήνυμα» και «Το Αστυνομικό και Δικαστικό Ρεπορτάζ» – Εισηγήτρια σεμιναρίου στο Κέντρο Μελέτης του Εγκλήματος (ΚΕ.Μ.Ε.) με θέμα «το έγκλημα στο αστυνομικό και δικαστικό ρεπορτάζ της νέας ψηφιακής εποχής».

Βιβλιογραφία
– Σ. Αλεξιάδης, (1996), Εγχειρίδιο Εγκληματολογίας, Σάκκουλας, Αθήνα.
– Κ. Γαρδίκας, (1968), Εγκληματολογία: τα γενικά και τα ατομικά αίτια των εγκλημάτων (τόμος Α΄), Αδελφοί Τζάκα, Αθήνα.
– Α. Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου, (1984), Εγχειρίδιο Εγκληματολογίας, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα.
– Ι. Δασκαλόπουλος, (1972), Στοιχεία Εγκληματολογίας (τόμος Α΄), Αδελφοί Τζάκα, Αθήνα.
– Γ. Πανούσης, (2007), Εγκληματογενείς & Εγκληματογόνοι κίνδυνοι, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα.
– Γ. Πανούσης (2008), Καθ’ Υπερβολήν – Χρήσεις & Καταχρήσεις: Νόμοι, Αριθμοί & Εικόνες Κατασκευής Φόβων, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα.
– Γ. Πανούσης (2009), Φυσιογνωμική: Μια σύγχρονη εγκληματολογική προσέγγιση, 5η έκδοση, Σάκκουλας, Αθήνα-Κομμοτηνή.
– Κ.Δ. Σπινέλλη, (1985), Εγκληματολογία: σύγχρονες και παλαιότερες κατευθύνσεις, Πανεπιστημιακές παραδόσεις, Σάκκουλας, Αθήνα- Κομοτηνή.
– J. Ferrell, C.R. Sanders, (1995), Cultural Criminology, Northeastern University Press, Boston.
– L.A. Pervin, O.P. John, (2001), Θεωρίες Προσωπικότητας: έρευνες και εφαρμογές, (μτφ. Αρχοντούλα Αλεξανδροπούλου, Ευγενία Δακαλοπούλου), Γιώργος Δάρδανος, Αθήνα.

   

Ένα σχόλιο.

Trackbacks/Pingbacks

  1. Η “εικόνα του εγκληματία” | Καρδαρά Αγγελική

Άφησε ένα σχόλιο

*